ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.

Οικονομικά στοιχεία Α' εξαμήνου 2006

Με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (Δ.Π.Χ.Π):
- Αύξηση καθαρών κερδών 16,7% (29,4% σε επαναλαμβανόμενη βάση).
- Αξιοσημείωτη αύξηση των υπολοίπων της λιανικής τραπεζικής κατά 44,6%.
- Βελτίωση του καθαρού περιθωρίου επιτοκίου παρά την όξυνση του ανταγωνισμού (ΝΙΜ-3,15%).
- Σημαντική ενίσχυση των καθαρών εσόδων από προμήθειες κατά 33,5%.
- Περαιτέρω εκλογίκευση κόστους - μείωση εξόδων διαχείρισης 1,7%.
- Δείκτης κάλυψης με προβλέψεις σε ικανοποιητικά επαρκές επίπεδο 85,7%.
- Επιβεβαίωση της επάρκειας κεφαλαίων με Tier I 12,2%.

Η κερδοφορία του Ομίλου της ATEbank κατά το α? εξάμηνο 2006 έναντι του αντίστοιχου εξαμήνου 2005 παρουσιάζεται ενισχυμένη με τα ενοποιημένα κέρδη μετά από φόρους (και δικαιώματα μειοψηφίας) να ανέρχονται σε Euro82,1εκ. έναντι κερδών Euro70,4εκ. της προηγούμενης περιόδου, παρουσιάζοντας αύξηση 16,7%. Θα πρέπει να σημειωθεί πως σε επαναλαμβανόμενη βάση, αν δηλαδή προσαρμοστούν τα δεδομένα για τα έκτακτα στοιχεία, η κερδοφορία του Ομίλου παρουσιάζεται αυξημένη κατά 29,4%. Τα θετικά αυτά αποτελέσματα θα ήταν περαιτέρω ενισχυμένα εάν δεν υπήρχε, πρώτον η έκτακτη υποχρέωση για καταβολή φόρου για το μέρισμα που δόθηκε για τη χρήση 2005 (Euro29,9εκ.) καθώς και οι δυσμενείς συνθήκες λόγω των πρόσφατων αποφάσεων της Ε.Ε. για την παραγωγή ζάχαρης οι οποίες επηρέασαν αρνητικά τα αποτελέσματα της ΕΒΖ (κατά Euro22,6εκ.). Αναλυτικότερα: Τα καθαρά έσοδα τόκων ανήλθαν σε Euro280,6εκ. παρουσιάζοντας αύξηση σε επαναλαμβανόμενη βάση κατά 4,4% (τα καθαρά έσοδα τόκων του Α? εξαμήνου 2005 περιελάμβαναν μη επαναλαμβανόμενα έσοδα τόκων ύψους Euro54εκ. τα οποία προήλθαν από την αναδιάρθρωση δανείων κατ? εφαρμογή του νόμου 3259/04 περί Πανωτοκίων). Το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (ο λόγος καθαρών εσόδων προς μέσο τοκοφόρο ενεργητικό) ανήλθε, παρά την όξυνση του ανταγωνισμού, σε 3,15% έναντι 3,14%, σε επαναλαβανόμενη βάση, το Α' εξάμηνο του 2005 (3,09% στις 31 Μαρτίου 2006). Τα έσοδα από μη τοκοφόρες δραστηριότητες έφθασαν το επίπεδο των Euro123,7εκ. σημειώνοντας αύξηση κατά 9,1% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους. Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση των καθαρών εσόδων από αμοιβές και προμήθειες οι οποίες σημείωσαν αύξηση κατά 33,5% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους και έφτασαν στο επίπεδο των Euro37,2εκ. Τα λοιπά λειτουργικά έσοδα εμφανίζουν μια μείωση 22,1%, σε επαναλαμβανόμενη βάση (εάν δεν υπολογιστούν Euro19.5εκ. που προήλθαν από την πώληση μέρους των διαθέσιμων προς πώληση μετοχών) κυρίως λόγω του αυξημένου κόστους πωλήσεων της ΕΒΖ που αναφέρθηκε παραπάνω καθώς και της παροδικής αρνητικής αποτίμησης του εμπορικού χαρτοφυλακίου λόγω της πτώσης του γενικού δείκτη τιμών του ΧΑ την περίοδο αναφοράς. Καθοριστική στη διαμόρφωση των ενοποιημένων λειτουργικών κερδών ήταν η μείωση των εξόδων διαχείρισης κατά 1,7% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2005 φθάνοντας το επίπεδο των Euro238,6εκ. Η μείωση αυτή, που αποτελεί συνέχεια της συγκράτησης του κόστους που πραγματοποιήθηκε τα προηγούμενα πέντε τρίμηνα, αντικατοπτρίζει την αποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης πολιτικής εκλογίκευσης του λειτουργικού κόστους σε όλο το εύρος του Ομίλου της ΑΤΕbank. Ως συνέπεια, ο Δείκτης Κόστους προς Έσοδα του Ομίλου διαμορφώθηκε σε επαναλαμβανόμενη βάση σε 62,8% από 63,2% το α' εξάμηνο του 2005. Τα υπόλοιπα του χαρτοφυλακίου δανείων προ προβλέψεων στο τέλος Ιουνίου 2006 εμφάνιζαν αύξηση 7,8% σε σχέση με το τέλος Ιουνίου 2005 διαμορφούμενα σε Euro13,1δισεκ. Ωστόσο, σημειώνεται ότι εάν ληφθούν υπ? όψιν και οι διαγραφές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Ιουλίου 2005 και Ιουνίου 2006, ύψους Euro478εκ., το συνολικό χαρτοφυλάκιο δανείων θα είχε αυξηθεί κατά 11,7%. Το χαρτοφυλάκιο προς τα νοικοκυριά στο τέλος Ιουνίου 2006 ανήλθε σε Euro4,2δις έναντι Euro2,9δις στο τέλος Ιουνίου 2005 παρουσιάζοντας αύξηση 45%, σημαντικά υψηλότερη των ρυθμών αύξησης της αγοράς. Η εισαγωγή νέων, ιδιαίτερα ανταγωνιστικών όρων, προϊόντων σε συνδυασμό με την πραγματοποίηση επιθετικών πολιτικών προώθησης, που υλοποιούνται τα τελευταία 3-4 τρίμηνα, είχε σαν αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση νέων εκταμιεύσεων. Οι μέσες εκταμιεύσεις στεγαστικών προϊόντων κατά το πρώτο εξάμηνο 2006 ήταν αυξημένες κατά 180% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2005 και κατά 47% σε σχέση με τον μέσο όρο του προηγούμενου χρόνου, που ήταν έτος μεγάλης ζήτησης. Επίσης, τα νέα προϊόντα που σταδιακά εισήγαγε η ATEbank από το τέλος Μαρτίου 2006 στην καταναλωτική πίστη είχε σαν αποτέλεσμα την κατακόρυφη άνοδο των νέων εκταμιεύσεων, με αποτέλεσμα οι μέσες εκταμιεύσεις καταναλωτικών δανείων να είναι αυξημένες κατά το πρώτο εξάμηνο 2006 κατά 63% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2005 και κατά 53% σε σχέση με τον μέσο όρο του προηγούμενου χρόνου. Η στρατηγική της Τράπεζας είναι να συνεχίσει την επιθετική προσέγγιση προς τα νοικοκυριά και να επεκτείνει αυτή την πολιτική και προς τις ΜΜΕ. Η συνεχής αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του τομέα των νοικοκυριών ως ποσοστό επί του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων (32% τον 6ο06 σε σχέση με 24% τον 6ο05) υποδεικνύει τις προσπάθειες της ATEbank να διευρύνει τις δραστηριότητες της και τα μερίδια αγοράς της σε τομείς που μπορούν να αποδώσουν αναλογικά περισσότερο τόσο μέσω εσόδων τόκων όσο και μέσω προμηθειών από τραπεζικές εργασίες και σταυροειδείς πωλήσεις. Ο συνολικός δείκτης των μη εξυπηρετουμένων δανείων μειώθηκε από 19,0% στις 30 Ιουνίου 2005 σε 14,3% στις 30 Ιουνίου 2006, ενώ ο δείκτης κάλυψης επισφαλών απαιτήσεων με συσσωρευμένες προβλέψεις παρά τις διαγραφές παρέμεινε στο ικανοποιητικά επαρκές επίπεδο του 85,7%. Οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 4,6% σε σχέση με τις 30 Ιουνίου 2005 φθάνοντας το επίπεδο των Euro17,3δισεκ. με τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο επίπεδο του 75,6%. Το κόστος άντλησης κεφαλαίων, παρά τις συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, 1,36%, και σε συνδυασμό με τα χαμηλά επίπεδα των δανείων προς καταθέσεις αποτελεί ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο η ATEbank θα συνεχίσει να αξιοποιεί προκειμένου να ενισχύσει την ανάπτυξη της και να κερδίσει μερίδια αγοράς σε τομείς υψηλού ανταγωνισμού. Τα κέρδη ανά μετοχή του Α' εξάμηνο 2006 ανήλθαν σε Euro0,09. Με βάση τα καθαρά κέρδη της περιόδου αυτής, η αποδοτικότητα του μέσου Ενεργητικού ανήλθε σε 0,80% (0,85% σε επαναλαμβανόμενη βάση), ενώ η αποδοτικότητα των μέσων Ιδίων Κεφαλαίων έφθασε το επίπεδο του 13,75% (14,65% σε επαναλαμβανόμενη βάση). Η ATEbank διαθέτει πλέον ισχυρή κεφαλαιακή βάση. Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας στα τέλη του Α' εξαμήνου 2006 εκτιμάται σε 11,6%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα εποπτικά κεφάλαια πρώτης διαβάθμισης Tier Ι σε 12,2%. Η παρατηρούμενη θετική εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών του Ομίλου είναι αποτέλεσμα της εντατικής προσπάθειας που καταβάλλεται από όλο το μηχανισμό σε λειτουργικό και οργανωτικό επίπεδο, στο πλαίσιο των εξυγιαντικών και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών της Διοίκησης. Στόχος είναι η περαιτέρω αύξηση των μεριδίων αγοράς στη λιανική τραπεζική, η δυναμική διείσδυση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου δανείων, η εκμετάλλευση των επενδυτικών ευκαιριών εντός και εκτός των ορίων της Επικράτειας, η απεμπλοκή της Τράπεζας από συμμετοχές του μη χρηματοπιστωτικού χώρου και η ουσιαστική βελτίωση της αποδοτικότητας όλων των εταιριών του Ομίλου.